Αφήγηση:
Η βδομάδα μεταξύ Χριστουγέννων και Πρωτοχρονιάς είναι μια
περίεργη περίοδος. Από τη μία τα φώτα, η χαρά και οι φωνές και από την άλλη ο
φόβος και η μοναξιά. Εμείς εδώ με τα άλλα κορίτσια έχουμε διάφορα ντράβαλα και
καημούς. Ακόμα και οι ταχτικοί πελάτες δεν έρχονται αυτές τις μέρες στο
‘σπίτι’. Μένουν με τις οικογένειές τους. Τη βγάζουμε με κάτι νιάνιαρα, κυρίως
επαρχιωτάκια που κατεβαίνουν στην πόλη. Νομίζουν ότι θα γίνουν άντρες αν
πηδήξουν μια πουτάνα στην πόλη. Θέλουν επιβεβαίωση, ότι μπορούν να κουλαντρίσουν
την ξελογιάστρα. Το διασκεδάζουμε με τα κορίτσια γιατί ξέρουμε ότι θα γίνουμε
πριγκίπισσες της μιας βραδιάς στις ιστορίες τους πίσω στο χωριό.
Τις προάλλες ήρθε ένας το πολύ δεκαεφτά χρονών. Κανονικά δε
θα έμπαινε μέσα, αλλά με τις αναδουλειές μέρες που ‘ναι είπαμε να κάνουμε την
παλαβή. Ένιωσε και αυτός πιο μεγάλος, πιο άντρας. Μπροστά στους φίλους του
έτσι; Καταλαβαίνεις. Μόλις μπήκε μέσα στο δωμάτιο έτρεμε σαν ψάρι. Όχι δεν τον
κανόνισα εγώ αν αναρωτιέσαι. Όχι ότι είχα κανένα πρόβλημα, αλλά δε με διάλεξε.
Εδώ δεν πας με όποιον γουστάρεις, αλλά με εκείνον που θα καυλώσεις.
Γεγονός:
Σύμφωνα με τον ΟΗΕ και την αρμόδια υπηρεσία του για το
οργανωμένο έγκλημα, περίπου 22.000 γυναίκες στην Ευρώπη μόνο είναι θύματα trafficking. Όλες αυτές οι
γυναίκες εξωθούνται στην πορνεία και αποτελούν το 14% των εργαζομένων στους
οίκους ανοχής. Το αντίστοιχο ποσοστό για όσες γυναίκες κάνουν πιάτσα στους
δρόμους είναι, κατ’ εκτίμηση πάντα, 25%. Αυτό μεταφράζεται στο ότι οι άντρες
που πηγαίνουν μαζί τους είναι ακούσιοι βιαστές. Ακούσιοι διότι ακόμα και αν το
υποψιάζονται δεν το γνωρίζουν και επιπλέον πληρώνουν στο τέλος. Βιαστές, επειδή
πηγαίνουν με γυναίκες που δε βρέθηκαν στην πορνεία επειδή ‘έτσι τα έφερε η
ζωή’, αλλά επειδή κάποιοι τις απήγαγαν και τις εξώθησαν εκεί, απειλώντας τη
δική τους ζωή ή εκείνη των συγγενικών τους προσώπων.
Αφήγηση:
Τις προάλλες ήρθε εδώ ένα κορίτσι και μας ζήτησε να μείνει
στο σπίτι. Μας είπε ότι είναι πέντε χρόνια στη δουλειά, αλλά σκότωσαν το νταβά
της και ήθελε να μπει σε ένα σπίτι. Ξέρεις, ένα πράμα που σου μαθαίνει η πιάτσα
είναι να κόβεις τους ανθρώπους. Μπορεί να σκέλια μου να είναι καμένα, αλλά τους
ανθρώπους τους έμαθα. Καταλαβαίνω πια τι θέλουν οι άντρες και τι φοβούνται οι
γυναίκες. Η μικρή έτρεμε. Της είπα ότι δεν είναι για εδώ. Λίγο παρακάτω είναι
ένα καφενείο. Ο Μάκης ο καφετζής πάντα μας εξυπηρετούσε και του το ανταποδίδαμε
και εμείς. Την έστειλα εκεί να δουλέψει σερβιτόρα. Θα την πειράζουν, θα τη
χουφτώνουν ίσως, αλλά δε θα την πηδάνε. Γι’ αυτό θα έρχονται εδώ.
Μόλις την είδε ο Μάκης με πήρε τηλέφωνο και με ρώτησε τι του
την έστειλα την παρθένα εκεί. Χρόνια στην πιάτσα κόβει το μάτι του και
αυτουνού. Του πα να την κρατήσει μια βδομάδα και αν δεν την παλεύει στο μαγαζί
να τη στείλει αλλού. Την κράτησε. Δεν ξέρω αν τη λυπήθηκε, δε μου πε, αλλά η
μικρή τελικά είχε τσαγανό και τα βγάζει πέρα. Σήμερα μου έφερε αυτή τον καφέ
και δεν πήρε δεκάρα. Μ’ ευχαρίστησε που την έστειλα εκεί και μου είπε ότι θέλω
να της το πω. Της απάντησα ότι δεν μπορεί να κάνει πολλά για μένα. Όσοι πάνε
στου Μάκη έρχονται εδώ μετά έτσι κι αλλιώς. Δεν είχε όμως τρομαγμένα μάτια πια.
Έμαθε να περπατά τη νύχτα. Γυναίκα που ξέρει πότε να δείξει μπούτι, πόσο βυζί
θέλει για να πουλήσεις ένα ποτό παραπάνω, σε ποιον κουνάς τον κώλο σου και που
σηκώνει το χέρι.
Γεγονός:
Σε περιόδους κρίσης δύο πράγματα έχει επιβεβαιώσει η ιστορία
ότι αυξάνονται: ο τζόγος και η πορνεία. Στην Ελλάδα ούτε αυτό δεν έγινε σωστά.
Ο τζόγος ήταν ήδη αρκετά ψηλά και το μονοπώλιο που δόθηκε στον ΟΠΑΠ, κλείνοντας
παράλληλα το διαδικτυακό τζόγο μείωσε τον όγκο των χρημάτων που ποντάρονται. Τα
στοιχεία επίσης δείχνουν μείωση του τζίρου και στην πορνεία. Και δε μιλάω για
τα επίσημα, που λαμβάνουν υπόψη τους μόνο τους οίκους ανοχής και κάνουν εκτιμήσεις
του αέρα για το πεζοδρόμιο, αλλά τα στοιχεία των ΜΚΟ, που είναι πιο ακριβή.
Παρατηρήθηκε μια εξαγωγή της πορνείας σε γειτονικές χώρες, κάποιες από τις οποίες
όμως έχουν επίσης μπει για τα καλά στη δύνη της κρίσης.
Αφήγηση:
Εμείς που λες εδώ ακούμε λαϊκά. Αυτά μιλάνε στην ψυχή μας και
τα γουστάρουν και οι πελάτες. Όποιος
έρχεται στο σπίτι ξέρει τι θέλει. Πουλάμε έρωτα χωρίς το ρομάντζο. Έχουμε και
πολλούς παντρεμένους, αλλά αυτό μάλλον δε σε σοκάρει. Προσφέρουμε πράματα στο
κρεβάτι που δεν μπορούν να τα βρουν από τις γυναίκες τους. Και δεν υπάρχει το
μετά. Πληρώνει και φεύγει. Και θα ξανάρθει. Οι πρωτάρηδες είναι που δεν
έρχονται δεύτερη φορά. Νομίζουν ότι αν πάνε με μια πουτάνα γίνανε αρκετά άντρες
για να ρίξουν στο κρεβάτι τη συμμαθήτρια. Θα ξαναρθούν όταν θα την έχουν
παντρευτεί, μετά από δέκα χρόνια γάμου.
Ζούμε στο δικό μας κόσμο που είναι διαφορετικός από τον έξω,
τον κόσμο της μέρας. Δεν είμαστε δούλες, αλλά ούτε και αφέντρες. Οι αφέντρες
έχουν σκλάβους, αλλά χρεώνουν πολύ και είναι για τα ακριβά βίτσια. Αυτά τα
πληρώνουν εκείνοι που έχουν δούλους στην κανονική τους ζωή. Εδώ είμαστε
πουτάνες, αλλά έχουμε μπέσα. Κρεβάτι προσφέρουμε και το κάνουμε καλά, αλλά τα
βίτσια είναι για αλλού. Είμαστε αυτές που βλέπεις και κάνουμε αυτό που ξέρεις.
Όταν ήρθες γιορτάρες μέρες ήξερα ότι ήθελες κάτι άλλο και
όχι να σου καθίσω. Το είδα στο βλέμμα σου, είπα, κόβω τους ανθρώπους. Δε θα
ζητήσω από τον Άη Βασίλη να ‘ρθει κάποιος να με πάρει από δω μέσα. Αυτή είναι η
ζωή μου και το σπίτι μου. Έχω πάψει να ζητάω εδώ και χρόνια. Δίνω και δίνομαι.
Και αφού δε θες το κορμί μου, πάρε να, αυτή τη χριστουγεννιάτικη κάρτα από μια πόρνη.