Είμαι από εκείνους τους βλαμμένους ανθρώπους που δεν έχουν
μιαν αγαπημένη εποχή, έναν αγαπημένο μήνα, κτλ. Δεν μπορώ να επιλέξω
συγκεκριμένες στιγμές σε μιαν περιοδικότητα και να τους φορέσω την ταμπελίτσα
με την καρδούλα. Φυσικά υπάρχουν μέρες ορόσημα, αλλά και αυτές εξαρτώνται από
την ψυχολογική μου κατάσταση και το lead-in που θα δώσουν οι προηγούμενες μέρες σε αυτές. Έχω περάσει
υπέροχα και χάλια γενέθλια, γιορτές, επετείους, parties αποφοίτησης
και όλα τα συναφή. Ακόμα και σε τελικό Ch.L. έχω
περάσει χάλια, τότε που φάγαμε 4 από τη Milan πχ, 1994 ήταν.
Επίσης, τρελαίνομαι όταν ακούω τραγούδια που ο μήνας ή η
μέρα δεν έχει κάποιο διαφορετικό συμβολισμό. Για να το κάνω λιανά, ο Αύγουστος του
Παπάζογλου, το November Rain των Guns
‘N’ Roses, το Wake me Up When September Ends των
Green Day είναι
κομμάτια που δεν υμνούν το συγκεκριμένο μήνα στον οποίο αναφέρονται, αλλά
χρησιμοποιούν αυτό που σημαίνει για να πουν κάτι διαφορετικό. Είναι το δεύτερο
χειρότερό μου μετά από εκείνα τα κομμάτια που εξυμνούν ονόματα. Για μιαν Ελένη
και κάθε Ελένη, ή μα δε σε λένε Γιάννη. Ανάθεμα την ώρα και τη στιγμή που ο
παππούς σου λεγόταν αλλιώς, οι γονείς σου σε έταξαν αλλού ή είχαν μια καλύτερη
ιδέα ή ο νονός σου δεν είπε Ελένη ή Ιωάννης. Θα άλλαζε όλη σου η ζωή αν είχε
γραφτεί στο ληξιαρχείο το περιούσιο όνομα.
Στη μουσική όμως υπάρχουν τραγούδια ή συνθέσεις (χωρίς
στίχο) που έχουν χαρακτηρίσει γεγονότα και εποχές. Σε μερικές περιστάσεις
έδωσαν ταυτότητα και δυναμική στα γεγονότα, τα οποία έμειναν στη συνείδηση του
κόσμου εξαιτίας της απήχησης του κομματιού. Δεν αναφέρομαι μόνο στις θετικές
θύμισες. Υπάρχουν και συνθέσεις ή τραγούδια που ταυτοποιήθηκαν με αρνητικά
γεγονότα, ή με γεγονότα, δράσεις και οργανισμούς που κάποιοι τα βλέπουν θετικά
και κάποιοι αρνητικά, ανάλογα με την ιδεολογική τους τοποθέτηση.
Επειδή έχω το κακό συνήθειο να διαβάζω από διαφορετικές
πηγές, είχα πάντα πρόβλημα με τις ημερομηνίες ορόσημα. Όχι διότι τις βρίσκω
άχρηστες, τουναντίον τις θεωρώ απαραίτητες. Αυτό που μου δημιουργούσε αποστροφή
ήταν ο τρόπος με το οποίο τις χειρίζονταν όλα τα μέλη της κοινωνίας και η
προσέγγιση που είχαν ως προς αυτές. Οι μέρες μνήμης στην Ελλάδα αποτελούν
εφαλτήριο αναμόχλευσης μύθων και φαντασιακών γεγονότων, αναπαραγωγής
εκλαϊκευμένων clichés και πλήρους αποστροφής κάθε
προσπάθειας ενδοσκόπησης και διδαχής. Το σχολείο βάζει τα παιδιά να μαθαίνουν
το εγκεκριμένο ποίημα και η άποψη αυτή συνεπικουρείται από τους εξωσχολικούς
‘μεγάλους’ στους οποίους ενδεχομένως να απευθυνθεί κάποιο από αυτά, γνωστούς
και ως μέσους πολίτες. Άλλωστε και εκείνοι όταν πήγαν σχολείο, τα ίδια
διδάγματα υπέστησαν.
Η παραπάνω σημειολογική ανάλυση προέκυψε από τα νέα τέρατα
που ακούμε για το Πολυτεχνείο. Δεν θα κάνω καταγραφή γεγονότων. Πλην μίας φοράς
που έγραψα για τους μύθους δεν το έχω ξανακάνει σε αυτό το Blog. Και δεν το κάνω όχι γιατί
βαριέμαι, αλλά διότι οι πληροφορίες βρίσκονται ελεύθερες εκεί έξω, όποιος έχει
όρεξη μπορεί να ψάξει να τις βρει. Εκείνο που με ενδιαφέρει είναι ο τρόπος
ανάλυσης και αξιολόγησής τους, η διάκριση μεταξύ των αξιόπιστων και των
αναξιόπιστων πηγών, ο εντοπισμός των ντοκουμέντων μέσα στο χάος της ηλεκτρονικής
και έντυπης λασπολίμνης. Επιστήμη το λένε και είναι διαδικασία και μέθοδος
τελείως διακριτή από την τέχνη. Η τελευταία παράγει αισθητικό αποτέλεσμα,
ντύνει δηλαδή με λυρισμό εικόνες, πράξεις και γεγονότα.
Η τέχνη έχει προωθήσει και έχει κάνει γνωστά σημαντικά
γεγονότα. Αλλά το βασικότερο είναι ότι διαμόρφωσε την ταυτότητα της προοπτικής τους.
Γεγονότα χαράκτηκαν στο συλλογικό ασυνείδητο ως ‘εθνικά’, ‘επαναστατικά’, ‘αντιστασιακά’,
κτλ επειδή μερικά τραγούδια, λίγοι πίνακες, κάποιες ταινίες, μερικά διηγήματα
ή/και μυθιστορήματα τους έδωσαν μια συγκεκριμένη ταυτότητα και χαρακτήρα.
Έτσι το Πολυτεχνείο πλασάρεται ως ‘αριστερή’ επέτειος. Είναι
τα τραγούδια κυρίως που το συνοδεύουν και οι φωτογραφίες της εποχής που του
δίνουν αυτή τη χροιά. Το ‘Γυρίζω τις πλάτες μου στο μέλλον’ είναι ίσως το πιο
ενδεικτικό κομμάτι ορόσημο των γεγονότων του Νοέμβρη του 1973. Μαζί με τις φωτογραφίες
των φοιτητών στα κάγκελα του Πολυτεχνείου με τα συνθήματα, και τα στιγματισμένα
με την αύρα των μαχόμενων νέων λεωφορεία. Η τέχνη που παίρνει το γεγονός και
του δίνει λυρισμό. Τραβάει τη μία πτυχή του, εκείνη που εξιτάρει και τη φέρνει
στο προσκήνιο.
Το Πολυτεχνείο επίσης είναι η πρώτη περίπτωση στην Ελλάδα
που ο θάνατος γίνεται μιντιακό θέαμα με όρους τέχνης. Η εισβολή του τανκ σε
απευθείας μετάδοση, το κυνήγι στους δρόμους μετά, η δολοφονία με δράστη το
Ντερτιλή σε φωτογραφία αποτελούν το δεδικασμένο της πρωτοσέλιδης βίας στα
Ελληνικά ΜΜΕ. Δεδικασμένο που τηρείται με ευλάβεια από τα τριμελή πρωτοδικεία των
δελτίων των οκτώ και από τους μονοκράτορες μεγαλοεκδότες.
Το Πολυτεχνείο με τους παρόντες που το σφετερίστηκαν και το
εξαργύρωσαν με καριέρες. Το Πολυτεχνείο που οι κομματικές νεολαίες τις εποχής
είτε δεν κατάλαβαν πώς συνέβη, είτε έγραφαν λιβέλους εναντίων του (ναι για τις αριστερές
μιλάω). Το Πολυτεχνείο που η βαθιά δεξιά ακόμα αρνείται ότι συνέβη, αλλά
κλείνει το μάτι στο τανκ. Το Πολυτεχνείο που θρυλείται ότι άρχισε την
αντίστροφη μέτρηση της Χούντας. Το Πολυτεχνείο που το καπηλεύτηκαν εκείνοι που
το αρνήθηκαν σε παρόντα χρόνο. Το Πολυτεχνείο, που παραμένει κλειστό από
καπρίτσιο και τώρα που θα έπρεπε να κλείσει για τους εορτασμούς άνοιξε για να
υποδεχτεί κόσμο. Το Πολυτεχνείο, στο οποίο πήγα πρώτη φορά το Νοέμβρη του 1990.
Φέτος η πορεία ήταν σα μνημόσυνο. Τα συνθήματα σαν μοιρολόι. Από το Πολυτεχνείο κερδίσαμε σαν κοινωνία τα ελάχιστα που μπορούσαμε. Δηλαδή να μην δούμε τον Παπαδόπουλο ισόβιο "Πρόεδρο Δημοκρατίας". Και κάποιοι λίγοι να σώσουν τα προσχήματα για έναν λαό που για άλλη μια φορά ανεχόταν να του κατσικώνονται διάφοροι. Δυστυχώς έκτοτε χάσαμε ξανά την ευκαιρία να γίνουμε αθρώποι, που λεν στο χωριό μου, κοινωνία πολιτών θα έλεγα εγώ. Από το πτώμα της εξέγερσης έφαγαν σαν όρνια η νέα νομεκλατούρα που πήρε την θέση της δίπλα στην παλιά. Και μεις, συλλογικά, να ανεχόμαστε ξανά μανά, γαυγίζοντα σκυλιά που δεν δαγκώνουν. Ίσως να μην έχει άδικο ένας φίλος που λέει ότι από την Χαιρώνεια και έπειτα, οσοι ζούμε σε αυτόν τον τόπο είμαστε εθισμένοι στην υποταγή.
ΑπάντησηΔιαγραφήΥΓ: "γνωστούς και ως μέσους πολίτες". Αυτοί είναι οι γνωστοί-άγνωστοι. Αναμασούν ελληναρισμό, ξερνάνε ραγιαδισμό.
οσο διαβαζα το σχολιο σου μου ερχοταν στο μυαλο μονο η τελευταια λεξη που εγραψες.
ΔιαγραφήΈχω να πάω στην πορεία από το 2006. Το 2007 ήμουν φαντάρος και από το 2008 και μετά ζω στο εξωτερικό. Φέτος θα ήθελα να είμαι παρών, αλλά ως γνωστόν παραμένω εκτός. Εκτός από το φίλο σου πάντως Αταραξία, το ίδιο πράγμα υποστηρίζει και με εξαιρετική, όπως πάντα, αιτιολόγηση ο Κορνήλιος Καστοριάδης. Η υποταγή δεν είναι αποτέλεσμα εθισμού, αλλά μια στάση ζωής που προκύπτει από την άγνοια της διαδικασίας της συνεχούς και αδιάκοπης συμμετοχής στα κοινά. Και για να μην ξεχνιόμαστε, ο τυπάς που είχε προκρίνει το σύστημα του κοινοβουλευτισμού,ο J.J. Rouseaux, το είχε ονομάσει 'Αιρετή Ολιγαρχία', όχι 'Αντιπροσωπευτική Δημοκρατία'.
ΑπάντησηΔιαγραφήΟ ραγιαδισμός είναι μια εμπεδωμένη νοοτροπία, όχι μόνο όσον αφορά τη σχέση πολίτη-εξουσίας, αλλά και σε ποιο καθημερινά πράγματα όπως η σχέση εργαζομένου-εργοδότη (που αποκαλείται ακόμα αφεντικό), παιδιού-γονέα, κτλ.
Αλλά όπως έγραφε και ο Albert Camus: Πραγματικά ελεύθεροι άνθρωποι υπήρχαν μόνο στην Αρχαία Αθήνα, αλλά αυτό έγινε εφικτό επειδή υπήρχαν και σκλάβοι.
Ώστε το έχει πει ο Καστοριάδης. Αυτό τιμά τον φίλο διότι είναι κεντροδεξιός και μάλλον δεν τον έχει υπόψιν του, όπως και γω για το συγκεκριμένο, θα τον ρωτήσω. Προσωπικά στις συζητήσεις μας του έβαζα το όριο στην καταστροφή της Κορίνθου ή έστω το νωρίτερο στην μάχη της Σελλασίας, με κάτι αναλαμπές πχ (συγκαλυμμένα) η εικονομαχική περίοδος, οι ζηλωτές, 1821 και Αντίσταση.
Διαγραφή"Αιρετή Ολιγαρχία" γαμώτο ναι, το είχα ξεχάσει και έλεγα κάτι σαν "Επιλεγμένη Αριστοκρατία" σε σχετική συζήτηση αναφερόμενος σε αυτό ακριβώς.
Ούτε αυτό του Καμύ οτ είχα υπόψη μου. Ούφ πολύ δουλειά για το σπίτι, πανάθεμά σε.
ΥΓ: Ειχα πει φέτος δεν θα κατέβω καθόλου, έτσι από γινάτι, που έχω δέκα χρόνια σερί και ας μην έχω ρίζες στο νησί. Πανάθεμα σας που δεν δέχεστε όχι για απάντηση, το Σαβατοκύριακο που έρχεται θα στάξω δυο καζάνια στην Κρήτη. Ένα στην Γέργερη και ένα κάπου στην σκιά του Κόφινα. Ζήλεια σου!
Τα φοβόμουν πάντα τα ρακοκάζανα. Έπρεπε να πας, να ετοιμάσεις ένα σωρό πράγματα, ειδικά αν ήταν το δικό σου, και στο τέλος έπρεπε να πάρει κάποιος το αμάξι να γυρίσετε σπίτι. Το τελευταίο κατατάσσεται στα κασκαντεριλίκια.
ΑπάντησηΔιαγραφήΑν ψάχνεις που ακριβώς το έχει γράψει ο Camus αυτό είναι στα 'Σημειωματάριά' του, η μετάφραση από τις εκδόσεις Κέδρος είναι η καλύτερη.
Έχω γράψει αρκετές φορές ότι αντί να κοιτάμε έξω, η Ελλάδα θα μπορούσε να αναπτύξει μια σύγχρονη αριστερά που να την αντιπροσωπεύει ως χώρα πάνω στους Πουλαντζά και Καστοριάδη και μια κεντροδεξιά πάνω στον Κονδύλη. Αλλά δεν κάνουν αυτοί από τις ακαδημίες, πρέπει να φέρουμε τον ξένο τον παιχταρά.
Δείτε και αυτό: http://www.monbiot.com/2013/11/04/a-global-ban-on-left-wing-politics/
ΑπάντησηΔιαγραφή