Δευτέρα 6 Ιανουαρίου 2014

Συνεδρία 35: Σαν Φως




Τα Θεοφάνεια κλείνουν την περίοδο των γιορτών που διαρκεί δύο εβδομάδες, κατά τας γραφάς. Και αν η Πρωτοχρονιά μπήκε από σπόντα στο θρησκευτικό ιντερλούδιο των ημερών για εμπορικούς λόγους, οι άλλες δύο γιορτές διατηρούν το θρησκευτικό τους περιτύλιγμα. Βέβαια, τα Φώτα αποτελούσαν πάντα μια ξεθυμασμένη γιορτή, τοποθετημένα στην ουρά των διακοπών, που ουσιαστικά τα μετέτρεπε σε ορόσημο της επιστροφής στην καθημερινότητα.

Για πολλά χρόνια έσπαγα το κεφάλι μου να καταλάβω για ποιο διαολεμένο λόγο η Πρωτοχρονιά γιορτάζεται την 1η Ιανουαρίου. Με την επιστημονική βλακεία που με δέρνει έψαξα ότι οι αρχαίοι πολιτισμοί μετρούσαν την περιοδικότητα των εποχών, την οποία είχαν ονομάσει ‘έτος’ ή ‘χρόνο’ πιο φυσιολογικές ημερομηνίες. Η φθινοπωρινή ισημερία έρχεται Νο1 στις προτιμήσεις των αρχαίων πολιτισμών ως ορόσημο του νέου έτους και ακολουθεί το θερινό ηλιοστάσιο. Η πρώτη καταγεγραμμένη ιστορικά γιορτή Πρωτοχρονιάς μας έρχεται από τους αρχαίους Βαβυλώνιους το 2000 π.Χ. που γιόρταζαν το νέο έτος με την πρώτη σελήνη μετά την εαρινή ισημερία. Το πρόβλημα όμως δημιουργήθηκε όταν έγινε η καταλογογράφηση των ημερών στο Ιουλιανό και το Γρηγοριανό ημερολόγιο, τα ηλιοστάσια και οι ισημερίες έπεφταν σε ημερομηνίες μέσα στους μήνες.

Το πρόβλημα λύθηκε από τον Ιούλιο Καίσαρα το 46π.Χ. που συνδύασε το λανσάρισμα του ημερολογίου του με τις πολύ σημαντικές γιορτές για τους Ρωμαίους προς τιμήν του Θεού Ιανού και την ορκωμοσία των νέων υπάτων της Συγκλήτου, που γινόταν την 1η Ιανουαρίου. Από εκεί προκύπτει και η παράδοση του ξέφρενου γλεντιού (ενδεχομένως και των οργίων, των λουκούλλειων γευμάτων, του double-dot και λοιπών Ρωμαϊκών οργιακών παραδόσεων). Με την έλευση του Χριστιανισμού και με την ηθική που αυτός επέβαλε η ημερομηνία άλλαξε πάλι και μεταφέρθηκε το 146μ.Χ. την 25η Μαρτίου, συνδυαζόμενη με τον Ευαγγελισμό (δεν υπάρχει το σχίσμα ακόμα). Η 1η Ιανουαρίου επανέρχεται ως ημέρα εορτασμού του νέου έτους από τον Πάπα Γρηγόριο ΙΓ΄ (ναι αυτόν με το ημερολόγιο). Μετά το σχίσμα η 25η Μαρτίου ήταν μια ημερομηνία κενή περιεχομένου για τους Καθολικούς, καθώς γιορτάζουν την άμωμο σύλληψη στις 8 Δεκεμβρίου. Έτσι ο Gregorio επιστρέφει στη Ρωμαϊκή παράδοση και τον Ιούλιο Καίσαρα, τον οποίο άλλωστε διορθώνει όσον αφορά το ημερολόγιο. Βρισκόμαστε στα μέσα του 16ου αιώνα. Από τότε και καθώς τα Χριστιανικά κράτη έκαναν τον κόσμο να γυρίζει στο ρυθμό τους επεβλήθη αυτή η ημερομηνία ως ορόσημο του νέου έτους. Βέβαια, διαφορετικοί λαοί και θρησκείες γιορτάζουν τις δικές του Πρωτοχρονιές. Για την ακρίβεια γιορτάζουν και τις δικές τους Πρωτοχρονιές, δηλαδή κάνουν δύο πάρτυ το χρόνο για το νέο χρόνο.

Η Πρωτοχρονιά όμως ήταν η μόνη από τις τρεις γιορτές που συνδυαζόταν με ξεφάντωμα. Οι άλλες δύο υποτίθεται ότι ήταν θρησκευτικές, και το μόνο που συνέβαλε στην ιεροτελεστία ήταν τα προκαθορισμένα εδέσματα που στόλιζαν το τραπέζι. Η εμπορευματοποίηση των Χριστουγέννων εδώ και έναν αιώνα περίπου απογύμνωσαν τη γιορτή από την όποια θρησκευτικότητα και τα Φώτα πάντα ήταν ο φτωχός συγγενής των εορτών. Μπορεί ο ίδιος να μην είμαι πιστός, αλλά ειλικρινά δεν έχω αποφασίσει αν μου τη δίνει περισσότερο ο θρησκευτικός δογματισμός με τις υστερικές φωνές για εγκράτεια και επιστροφή στον ‘ενάρετο δρόμο’ ή η υπέρ-εμπορευματοποίηση και η ψευδεπίγραφη χαρά που συνοδεύουν τα Χριστούγεννα.

Όσο περνούν τα χρόνια τελικά νοσταλγώ τα Χριστούγεννα στο χωριό. Πιστεύω ότι αντίθετα με το Πάσχα που στην επαρχία έχει άλλη, πιο πραγματική, χάρη, τα φώτα των Χριστουγέννων συνδυάζονται με τα φώτα των πόλεων. Όμως, μέχρι τις πανελλήνιες εγώ τα πέρναγα στο χωριό διότι ήταν η περίοδος συγκομιδής των ελιών και τις μέρες που δεν είχαμε σχολείο και ο πατέρας μου δε δούλευε μαζεύαμε ελιές. Τότε τα Χριστούγεννα τα μισούσα. Ήταν μια ταλαιπωρία σωματική και πνευματική. Δεν ένιωσα ποτέ αυτό το ηλίθιο ‘τα Χριστούγεννα είναι για τα παιδιά’ και δεν μπορούσα να καταλάβω τους συμμαθητές μου. Εγώ έπρεπε μετά από καταπόνηση ωρών στο χωράφι να καθίσω να κάνω τις εργασίες για σχολείο και γλώσσες που ήταν τραγικά υπερφορτωμένες επειδή ‘είχαμε χρόνο στις γιορτές’. Τα Φώτα τότε ήταν μια λύτρωση. Το σημάδι της επιστροφής στη ρουτίνα του σχολείου. Σε δύο βδομάδες θα είχε ξεπρηστεί ο ώμος μου και τα χέρια μου και όλα θα ήταν ξανά νορμάλ.

Υπήρχε βέβαια το τελευταίο ενσταντανέ με το Σταυρό. Εκεί που παραβιάζοντας κάθε Χριστιανική λογική αδελφοσύνης και ομόνοιας ένα μυστήριο μετατρεπόταν σε άθλημα. Λατρεύω τη θάλασσα και κολυμπάω όλες τις εποχές. Όμως ακόμα και πριν απομακρυνθώ από την εκκλησία για Σταυρό δε βούτηξα ποτέ. Ο ανταγωνισμός του ‘ποιος θα πιάσει πρώτος το Σταυρό’ κλώτσαγε περισσότερο από εννιαμηνίτικο έμβρυο. Αυτό είναι αθλητισμός, όχι τελετή. Ο πατέρας μου έμεινε με τον καημό ότι τόσα χρόνια στο κολυμβητήριο δε βούτηξα ποτέ, και εγώ με την ικανοποίηση ότι δε συμμετείχα σε αυτόν τον τραγέλαφο.

Για μένα εδώ και πολλά χρόνια η γιορτή ήταν η Πρωτοχρονιά. Βρισκόταν στη μέση και ήταν η μη θρησκευτική, η ορφανή από το πατρονάρισμα της εκκλησίας κοσμική γιορτή. Τα Χριστούγεννα και τα Φώτα είναι για τους πιστούς, η Πρωτοχρονιά για όλους σκεφτόμουν. Τελικά είναι για λιγότερους από όσους νόμιζα. Το νέο, το άγνωστο τρομάζει πια περισσότερο και δεν αντιμετωπίζεται με ελπίδα. Όχι αβάσιμα, γι’ αυτό κι εγώ επιστρέφω στο γεμάτο μένος παιδί που έβλεπε το τέλος των διακοπών ως λύτρωση από ένα μαρτύριο, καθώς θα επέστρεφε στην καθημερινότητα που ήξερε. Δεν ήταν το άγνωστο και η ελπίδα του νέου έτους που με γαλήνευε, αλλά η γνώση του τι θα αντιμετωπίσω στο σχολείο και στο φροντιστήριο. Μέσα στην παράδοξη παραδοχή ότι το τετριμμένο λάμπει στην άκρη του τούνελ σαν φως.

2 σχόλια:

  1. ΄Η το έχω ξεχάσει ή πραγματικά δεν είχα περάσει ποτέ καλά στις γιορτές σαν παιδί-έφηβος. Για διάφορους λόγους. Οπότε δνε θυμάμαι ποτέ να τις λαχταρούσα, πέρα από το ρεμπελιό των ημερών. Εκείνη την εποχή εμείς, τις ελιές μέχρι τότε τις έιχαμε μαζέψει. Αργότερα που ήρθαμε στην Αθήνα, έχουμε μαζέψει ακόμα και τον Γενάρη, ανάλογα πότε βόλευε. Τελικά έχω προσώρας καταλήξει σε έναν συνδυασμό απέχθειας προς την υποχρεωτική χαρουμενιά της περιόδου και κρυφής ελπίδας με κάποιον τρόπο να συμβεί κάτι και να περάσω όντως πολύ καλά. Έχει συμβεί τρεις ή τέσσερις φορές, οπότε δεν παραπονιέμαι.
    Όσο για τα ιστορικά των εορτών, από την πρώτη φορά που έμαθα για όλα αυτά, παγιώθηκε στην συνείδησή μου μια συγκαταβατική απόρριψη του πνεύματος των γιορτών. Ιστορικά επίσης γίνομαι σπασικλάκι που απαιτώ να μην ανταλλάσουμε δώρα τα χριστούγεννα όπως επιβάλλει η σύγχρονη μαρκετινιά, αλλα Πρωτοχρονιά στην ανάμνηση εκείνου του Βασίλη που βοηθούσε τους αβοήθητους, όπως λέει ο μύθος.

    καλή χρονιά, αν δεν έχω ήδη ευχήθεί

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  2. Αταραξία, αυτό με την υποχρέωση είναι που με κάνει και εμένα να αντιδρώ. Δε βρίσκω κανένα λόγο να είμαι υποχρεωτικά χαρούμενος και κυρίως να ανταλλάσω δώρα με όλον τον κόσμο. Συμπεριφέρομαι όπως μου βγαίνει και δώρα ανταλλάζω μόνο με τη συμβία (και αυτό λόγω εσωτερικού τελετουργικού) και δίνω στα ανήψια. Ο αδερφός μου δεν πιάνεται γιατί είναι από τους άτυχους που έχουν τα γεννέθλιά τους τότε και παίρνει 1 δώρο.

    Τώρα για το τι είναι μύθος και τι ιστορία το ξανασυζητάμε. Άλλωστε η ιστορία του Βασιλείου (πέρα από την αγιοποίηση) είναι καταγεγραμμένο ιστορικό γεγονός. Η ιστορία των Χριστουγέννων βασίζεται σε όλο της το φάσμα σε: 'Η φάτνη που ΠΙΣΤΕΥΕΤΑΙ ότι έχει γεννηθεί ο Ιησούς' κτλ...

    ΑπάντησηΔιαγραφή