Σύμφωνα με
στοιχεία που έδωσε ο ΟΗΕ χθες οι νεκροί το πρώτο τρίμηνο στη Μεσόγειο ανήλθαν
στους 1.759, ενώ την ίδια χρονική στιγμή το 2014 το αντίστοιχο νούμερο ήταν 56.
Και αν από μόνο του αυτό είναι τραγικό, ο τρόπος που αντιμετωπίζεται το ζήτημα
το κάνει ακόμα πιο εξοργιστικό. Τόσο η ΕΕ, όσο και η διεθνής κοινότητα έχουν
υιοθετήσει μια στάση περίπου «είμαστε πολύ στεναχωρημένοι που πνίγονται τόσοι
άνθρωποι», χωρίς να κάνουν κάτι ουσιώδες. Επίσης είναι τραγική η στάση των
κρατών διακομιστών (πόσο άσχημη η ελληνική μετάφραση του transit states). Κλείνοντας την εισαγωγή, να πω ότι υπάρχει και ο παράγοντας των
διακινητών που είναι ίσως η πιο ενδιαφέρουσα και δύσκολα αντιμετωπίσιμη
περίπτωση. (Σημείωση: θα αναφερθώ μόνο στη Μεσόγειο, διότι η μετανάστευση από
τη θάλασσα διαφέρει από εκείνη από τη στεριά. Επίσης, οι ροές προς την ΕΕ είναι
τελείως διαφορετικής φύσεως από εκείνες προς τη Βόρεια Αμερική).
Ας ξεκινήσουμε
από τα βασικά, υπάρχουν τρία στάδια για κάθε μετακίνηση: ο λόγος που κάποιος
φεύγει από τον τόπο καταγωγής/διαμονής του, η πορεία την οποία ακολουθεί μέχρι να
φτάσει στον τόπο προορισμού, και τέλος ο τόπος προορισμού. Η τρομακτική αύξηση
του αριθμού των ανθρώπων που προσπαθούν να περάσουν στην Ευρώπη, άσχετα με το
τι δηλώνουν διάφοροι πολιτικοί με οξύ στρατηγικό μυαλό στην ελληνική Βουλή,
σχετίζεται με τρία συγκεκριμένα γεγονότα: 1) Ο πόλεμος στη Συρία, 2) Η επέκταση
της δράσης του Ισλαμικού Κράτους και 3) Η κατάρρευση των παραδοσιακών
καθεστώτων του Μαγκρέμπ. Σε αυτά προσθέτουμε ότι τα προβλήματα εμφυλίων,
απολυταρχικών καθεστώτων και εμφυλίων που αντιμετωπίζει η υποσαχάρια Αφρική
συνεχίζονται. Ενώ τα σημεία (1) και (2) είναι προφανές το γιατί δημιουργούν
μεγαλύτερες μεταναστευτικές ροές, το τρίτο θέλει μια παραπάνω εξήγηση. Όσο οι
χώρες του Μαγκρέμπ διοικούνταν από τα παραδοσιακά απολυταρχικά καθεστώτα, η
πρόσβαση σε αυτές ήταν πολύ πιο δύσκολη. Μετά την Αραβική Άνοιξη τα κράτη τη
περιοχής μπήκαν σε μια φάση αναρχίας, καθώς δεν υπήρχαν έτοιμες διάδοχες
καταστάσεις. Οι δυνάμεις που προσπαθούν να καταλάβουν την εξουσία είναι αντιμαχόμενες,
ετερογενείς και με διαφορετική στόχευση. Η αναρχία σε αυτές τις χώρες
διευκολύνει την πρόσβαση των ανθρώπων που ζητούν καταφύγιο στην ΕΕ ως τις
Νότιες ακτές τις Μεσογείου.
Ο τόπος
προορισμού είναι η ανεπτυγμένη Ευρώπη. Μια Ευρώπη που εδώ και περίπου 10 χρόνια
έχει αναπτύξει μια πολιτική αποκλεισμού και κλεισίματος των συνόρων για να
περιορίσει τις μεταναστευτικές ροές. Τα προβλήματα που έχει αυτή η πολιτική
είναι πολλαπλά και το χειρότερο από όλα είναι ότι η ΕΕ έχει φροντίσει οι
πολιτικές της να είναι καταγεγραμμένες, άρα δεσμευτικές για τα κράτη-μέλη, σε
συμφωνίες. Το βασικό πρόβλημα των συμφωνιών αυτών είναι ότι η ΕΕ δεν έχει
καταλήξει σε τι είδους σύνορα την περιβάλλουν. Από την δεκαετία του 1970 μέσα
στην τότε ΕΟΚ υπάρχουν δύο διαφορετικές προσεγγίσεις: μία για στρατιωτικά,
παραδοσιακά σύνορα και μιαν άλλη που μιλάει για αστυνομικά σύνορα. Επειδή την
έχω ξανακάνει αυτήν την ανάλυση δε θα επεκταθώ. Όμως το πρόβλημα εδράζεται στο γεγονός
ότι όταν δημιουργήθηκε η ΕΕ το ζήτημα αυτό δεν είχε λυθεί. Αυτή τη στιγμή,
υπάρχουν ένα σωρό συνθήκες και δράσεις της ΕΕ για τη συνοριακή ασφάλεια, το fortress Europe, αλλά το συγκεκριμένο θέμα δεν το έχουν λύσει.
Το ζήτημα δεν
είναι μόνο θέμα ορολογίας, αλλά ουσίας. Η ΕΕ έχει φτιάξει έναν οργανισμό που
φροντίζει τη συνοριακή ασφάλεια της Ένωσης, πάντα σύμφωνα με το κοινοτικό και
το διεθνές δίκαιο, που είναι Οργανισμός Πληροφοριών. Στην κεντρική σελίδα της FRONTEX διαβάζαμε ότι είναι “Intelligence Led Organisation” (το έχουν αποσύρει πια). Λειτουργώντας
ως υπηρεσία πληροφοριών, με μεικτές στρατιωτικές και αστυνομικές αρμοδιότητες,
απλώς ενισχύει το πρόβλημα. Ένα πρόβλημα που επίσης οξύνεται από την ορολογία
που επικρατεί. Οι άνθρωποι που εκτοπίζονται λόγω πολέμου είναι κατά βάση
πρόσφυγες και όχι μετανάστες. Στο διεθνές δίκαιο όμως δεν υπάρχει όρος «προσφυγικές
ροές», όλες οι ροές χαρακτηρίζονται «μεταναστευτικές». Το πράγμα γίνεται ακόμα
χειρότερο όταν το καθεστώς πρόσφυγα είναι αποτέλεσμα νομικής διαδικασίας σε
κάθε κράτος. Αυτό σημαίνει ότι όσοι προσπαθούν να περάσουν τα σύνορα θεωρούνται
μετανάστες μέχρι να τους αναγνωριστεί το καθεστώς πρόσφυγα.
Η αναγνώριση
αυτού του καθεστώτος ποικίλοι από χώρα σε χώρα, όπως και ο ρυθμός εξέτασης των
αιτήσεων. Επίσης, ο κάθε άνθρωπος για να μπορέσει να στοιχειοθετήσει αυτό το
καθεστώς οφείλει να έχει κάποια απαραίτητα έγγραφα. Αυτό είναι εξαιρετικά
δύσκολο διότι ένα από τα πρώτα πράγματα που κάνουν οι διακινητές όταν τους
μαζεύουν στα λιμάνια και τους φορτώνουν στα καράβια είναι να τους παίρνουν τα
έγγραφά τους. Ως εκ τούτου, οι άνθρωποι αυτοί αν καταφέρουν να επιβιώσουν από
το ταξίδι βρίσκονται αντιμέτωποι με ένα τεράστιο αδιέξοδο. Αν διεκδικήσουν το
δικαίωμα πρόσφυγα, που οι περισσότεροι δικαιούνται, δε θα μπορούν να
μετακινηθούν σε άλλη χώρα της ΕΕ, καθώς αυτό δίνεται ανά κράτος. Αν δεν το διεκδικήσουν
και παραμείνουν μετανάστες τότε το πιθανότερο είναι να μπουν σε μια διαδικασία
επαναπατρισμού. Η συμφωνία Δουβλίνο 2 έχει φροντίσει να οχυρώσει την Κεντρική
και τη Βόρεια Ευρώπη εις βάρος της Νότιας σε αυτό το θέμα.
Παρά τις όποιες
αλλαγές στη γεωγραφική περιοχή από τη Μέση Ανατολή ως τη Βόρεια Αφρική η ΕΕ ως
τώρα έχει αρνηθεί πεισματικά να αλλάξει την πολιτική προσέγγιση. Αφήνει τους
ανθρώπους έρμαια των διακινητών με αποτέλεσμα οι απώλειες σε ανθρώπινες ζωές να
έχουν εκτοξευθεί. Η λογική του αποκλεισμού όμως κλονίζεται από γεγονότα όπως το
πλοίο που ναυάγησε ανοιχτά της Lampedusa. Ίδια λογική
έχουν και τα transit states, να φύγουν από το έδαφός μας, που κάνουν
τα στραβά μάτια στους διακινητές, αν δεν τους διευκολύνουν κιόλας, ή αρνούμενα
να υπογράψουν διεθνείς συμφωνίες για κοινή αντιμετώπιση του φαινομένου με την
ΕΕ. Για τους διακινητές θα τα πούμε αύριο, διότι είναι πιο βαρύ το ζήτημα.
Ξαναλέω,φαινομένου. Η μετανάστευση είναι φαινόμενο, δεν είναι πρόβλημα. Ως
πρόβλημα το αντιμετωπίζουν οι χώρες υποδοχής που μπορεί και να νομίζουν ότι
όλος αυτός ο κόσμος έρχεται εδώ για να παρατηρήσει ένα μεσογειακό χορό του ήλιου.